Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2011

Η ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΣΑΜΑΡΑ ΚΑΙ Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ

Του Γρηγόρη Καλφέλη*

Για μια ακόμη φορά βιώσαμε στη δημόσια σφαίρα αυτής της χώρας μια παρανοϊκή συζήτηση, όπου κάποιες αδιέξοδες εθνικιστικές φωνές, ήθελαν να μας πείσουν ότι η εθνική αξιοπρέπεια μιας χώρας εξαρτάται μονοδιάστατα από την υπογραφή του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης!
Όμως η εθνική αξιοπρέπεια είναι ένα βασανιστικό μέγεθος, που κερδίζεται κάθε μέρα σε βάθος χρόνου. Και χάνεται από άθλιες καθημερινές συμπεριφορές.
Έτσι καταρρακώνεται χυδαία αυτή η έννοια από την φοροδιαφυγή, όταν δηλαδή ευκατάστατοι γιατροί, δικηγόροι και επιχειρηματίες δεν δηλώνουν τα πραγματικά τους εισοδήματα και στερούν το ελληνικό κράτος από την πολύτιμη δυνατότητα να επιτύχει τους στοιχειώδεις στόχους του.
Να κτίσει σχολεία, νοσοκομεία και άλλες υποδομές! Αυτό είναι μια ανυπόφορη προσβολή της εθνικής μας αξιοπρέπειας, γιατί αδυνατίζει την κρατική μας οντότητα.
Και με την ευκαιρία αυτή θα ήθελα να αναφέρω και κάτι άλλο. Είναι θετικός μεν ο πρόσφατος συμβολισμός των συλλήψεων πολλών επιχειρηματιών που φοροδιαφεύγουν (κάτι που επιτρέπεται από το άρθρο 275 παρ. 3 της Ποινικής μας Δικονομίας), αλλά χρειάζονται και καταδίκες που θα οδηγήσουν στη φυλακή, γιατί μόνο έτσι θα αντιληφθούν οδυνηρά πολλοί συμπολίτες μας ότι δεν πρέπει να φοροδιαφεύγουν.
Επίσης η εθνική μας αξιοπρέπεια είχε χαθεί πανηγυρικά εδώ και χρόνια. Όταν δηλαδή στα καλά χρόνια που είχαμε μεγάλες εισροές κεφαλαίων από την Ευρώπη, εμείς δεν δημιουργούσαμε παραγωγική δομή, αλλά τα ρίχναμε όλα στην κατανάλωση για να ενισχύσουμε ένα κατάπτυστο ατομικιστικό μοντέλο ζωής (με «εορτοδάνεια» και ό,τι άλλο παράλογο μπορεί να φανταστεί κανείς).
Πράγμα που το πληρώνουμε σήμερα με φοβερό τίμημα, γιατί δεν έχουμε ισχυρό κράτος (Krugman, When Austerity Fails, Nytimes, 22/5/2011).
Και για αυτό το κατάντημα ευθύνονται κυρίως οι διεφθαρμένες πολιτικές ελίτ που κυβέρνησαν αυτόν τον τόπο (αλλά και οι πολίτες που αφομοίωσαν τη διαφθορά και την έκαναν τρόπο ζωής).
Ας μη «πιπιλίζουμε», λοιπόν, μονότονα την θεωρία για τους ευρωπαϊκούς εκβιασμούς, γιατί αν είχαμε μια ισχυρή οικονομία, τότε δεν θα ήμασταν σαν χώρα κολλημένοι στον τοίχο, ούτε θα εξαρτιόμασταν από τα θλιβερά δισεκατομμύρια των δανειστών μας.
Επομένως για μια ακόμη φορά τα media (με τα αξιοθρήνητα δελτία των «οκτώ») και τα χρεοκοπημένα πολιτικά κόμματα έστειλαν στον κόσμο απλοϊκά μηνύματα εικονικότητας και εξαπάτησης (σε ότι αφορά την έννοια της εθνικής αξιοπρέπειας).
Όμως αυτή η ιστορία αποκάλυψε και κάτι άλλο. Ότι, δηλαδή, εξακολουθεί να υπάρχει στον ευρύτερο συντηρητικό χώρο ένα αποστεωμένο τμήμα, που προσεγγίζει την έννοια του έθνους με τα πιο φθαρμένα «εμφυλιοπολεμικά» συστατικά (που θυμίζουν λίγο - πολύ τα γνωστά περί πατρίδας, οικογένειας και θρησκείας).
Και αυτό το ζήσαμε μεγαλοπρεπώς αυτές τις μέρες με όλους εκείνους που έδιναν τις περίφημες ηρωικές συμβουλές στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης για να μην υπογράψει.

Όμως σήμερα οι εθνικές ταυτότητες διαμορφώνονται μέσα από τη ροή των δημόσιων διαλόγων της κοινωνίας των πολιτών (Ρόρτυ, «Η αριστερή σκέψη στην Αμερική του 20ου αιώνα», εκδ. Πόλις).
Έτσι, το βασικό ζήτημα είναι άλλο: Δηλαδή, τι είναι αυτό που θα πρέπει να προσπαθήσουμε να γίνουμε; Και κυρίως: θέλουμε να παραμείνουμε στην Ευρώπη, που σήμερα μεν βρίσκεται κάτω από την αποκρουστική ηγεμονία της Μέρκελ, αλλά που αύριο μπορεί να έχει μια διαφορετική ταυτότητα;
Και ήδη η Κομισιόν πρότεινε δειλά τα περίφημα ευρωομόλογα (μετά την πρωτοφανή επίθεση των αγορών ακόμη και στη Γερμανία).
Ή θέλουμε να χρεοκοπήσουμε και να γίνουμε μια γραφική εναλλακτική μορφή της Αλβανίας;
Και αν ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν υπονόμευε επί δύο συνεχή χρόνια οποιοδήποτε σχέδιο διάσωσης, τότε και η διαπραγματευτική μας θέση – ως κράτος - θα ήταν πιο ισχυρή και ο ίδιος δεν θα έκανε μέσα σε δεκαπέντε μέρες μια κολοσσιαία ιδεολογική μεταστροφή (πράγμα που απαξιώνει ακόμη περισσότερο τους πολιτικούς συνολικά).
Και είναι επίσης λυπηρό ότι και σοβαρές φωνές από τη Δημοκρατική Αριστερά υιοθέτησαν αυτή τη ρηχή εθνικιστική λογική, κάτι που δεν ταιριάζει σε μια Αριστερά (η οποία δεν θέλει να είναι απλός θεατής των εξελίξεων).
Ποιο είναι το συμπέρασμα; Όλες αυτές τις μέρες πολύ έπαιξαν απαράδεκτα με μια πλαστή έννοια της εθνικής αξιοπρέπειας!


Ο κ. Γρηγόρης Καλφέλης είναι Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ